«Οι μεγάλοι άνθρωποι μιλούν για ιδέες.
Οι μεσαίοι άνθρωποι μιλούν για γεγονότα.
Οι μικροί άνθρωποι μιλούν για τους άλλους»
Πλάτων
Ο ελληνισμός είχε ανέκαθεν βαθιές πνευματικές ρίζες. Στα δύσκολα και στα εύκολα η πνευματική αναζήτηση υπήρξε για μας εθνικό σπορ. Όλες οι εκφάνσεις της ζωής του νεοέλληνα αποπνέουν πνευματικότητα. Οπότε και κατά τη μίζερη περίοδο που διανύουμε, δε θα μπορούσαμε παρά να αναζητάμε, σε κατάσταση «ένθεης μανίας και έξαλλου ενθουσιασμού», τους διανοουμένους για να μας καθοδηγήσουν. Κάθε καρυδιάς καρύδι σε τηλεπαράθυρα, καφενεία, blogsκαι παραλίες ψάχνει τους πνευματικούς ανθρώπους. Τα… καρύδια διερωτώνται έμπλεα αγωνίας: «Μα τι κάνουν οι διανοούμενοι;», «Γιατί σιωπά η πνευματική ηγεσία;», «Πού έχει λουφάξει η διανόηση;». Πολύ λογικό! Δηλαδή, φτάσαμε εδώ που φτάσαμε και ρημάξαμε τα πάντα, επειδή λάβαμε σοβαρά υπόψη μας τις αγωνίες του πνευματικού κόσμου;
Πιθανώς όλοι αυτοί οι Σέρλοκ Χολμς ούτε που γνωρίζουν τι αναζητούν. Απλώς αναζητούν σωσίβια και κάπου πήρε το αφτί τους ότι οι διανοούμενοι έχουν τις λύσεις. Μα οι διανοούμενοι δεν είναι πιάτο ημέρας. Δεν τους παραγγέλνεις με συνοδεία χωριάτικης και πατατοκεφτέδων, όποτε νιώσεις όρεξη γι αυτούς. Δεν εμφανίζονται μόλις ο λαός(;) τούς καλέσει. Οι διανοούμενοι δεν αυτοπροσδιορίζονται ως τέτοιοι με ηχηρές ανακοινώσεις του στιλ: «Εμείς οι πνευματικοί άνθρωποι…». Δε λένε όσα θέλει να ακούσει ο λαός χαϊδεύοντας τα αφτιά του.
Απορία. Κι όλοι εκείνοι, που σήμερα επαναλαμβάνουν συνθήματα της πλατείας στα τηλεπαράθυρα ή σε επιστολές αυτοαποκαλούμενοι «διανοούμενοι», δεν είναι τέτοιοι; Όχι βέβαια, δεν είναι. Μπορεί να είναι μπακλαβάδες, ιμάμ, κριτσίνια αλλά διανοούμενοι δεν είναι. Αυτοί είναι πιάτο κατά παραγγελία. Σκέφτονται: «Τι θέλει να ακούσει ο λαός και οι τηλεπαραθυράδες; Ας τους το πούμε, για να ικανοποιήσουμε τη ματαιοδοξία μας και να γνωστοποιήσουμε την ύπαρξή μας». Ασχολούνται με γεγονότα, τα οποία πλέον θα εντόπιζε ακόμα και ο Γκούφη, ο οποίος ποτέ δεν εντάχθηκε στην πνευματική ελίτ των κινουμένων σχεδίων.
Ο διανοούμενος κινείται στο χώρο των ιδεών. Κι αυτές μπορεί να ξεπηδούν από το χώρο της τέχνης, της επιστήμης, της εκπαίδευσης, της πολιτικής, της θρησκείας… Όσοι εντοπίζουν και διατυπώνουν τις ιδέες δικαιούνται τη σφραγίδα του διανοουμένου. Αυτό εννοούμε με τη φράση: διανοούμενος με βούλα. Οι άβουλοι, δηλαδή όσοι δεν έχουν βούλα, δεν εμπίπτουν στη διανόηση. Ο πνευματικός άνθρωπος αποκτάει τη βούλα του από την κοινή γνώμη, εξαιτίας δυο γνήσιων γνωρισμάτων του: της σφαιρικής παιδείας του και της κοινωνικής συνείδησής του. Το πρώτο του επιτρέπει να αποκωδικοποιεί και να κατανοεί τις εξελίξεις εντοπίζοντας προοπτικές και κινδύνους πριν οποιονδήποτε άλλον. Το δεύτερο του προσφέρει το κίνητρο και τη διάθεση να γνωστοποιεί τις σκέψεις, τις ανησυχίες, τα συμπεράσματά του σε σύνολα, μικρά ή μεγάλα.
Όσοι τώρα αναζητούν τους ανθρώπους της διανόησης και ασχολούνται με αυτούς απαξιωτικά, εκφράζουν άγνοια και μετριότητα. Όταν έπρεπε να ακούσουν τους διανοουμένους, το έπαιζαν τρελίτσα. Άλλα λόγια να αγαπιόμαστε. Άλλωστε, αυτή είναι η συνήθης πρακτική του μικρομεσαίου ανθρώπου. Όταν ακούει κακά μαντάτα, σκοτώνει τον αγγελιαφόρο. Οι άνθρωποι του πνεύματος την έκαναν τη δουλειά τους παστρικά κι ωραία. Πάντα την κάνουν. Μέσα σε αμφιθέατρα, μέσω του καλλιτεχνικού έργου τους, με αρθρογραφία… έδειχναν ότι ο δρόμος που ακολουθούσαμε ήταν επικίνδυνος. Όλοι τούς ακούγαμε να εκφράζουν ανησυχίες για την πολιτική αδιαφορία που άφηνε ανεξέλεγκτους τους επίορκους λαϊκιστές πολιτικούς, για τον αμετροεπή τρόπο ζωής μας, για την επιδιωκόμενη χλιδή που, όμως, δε στηριζόταν στην παραγωγικότητα, για…, για…, για… Ποιος τους έδωσε προσοχή; Ελάχιστοι! Ήταν η εποχή των παχιών αγελάδων κι όποιος προσπαθούσε να πει την αλήθεια, ήταν κακός και δεν τον παίζαμε. Δώσε μας παραμύθι και πάρε μας τον Παρθενώνα.
Τώρα όλοι συνωστίζονται στην ουρά για να παραγγείλουν το διανοούμενό τους. «Παρακαλώ μού σερβίρετε ένα διανοούμενο που θα λέει ό,τι θέλω να ακούσω. Ένα διανοούμενο που θα βροντοφωνάξει: “Έξω η τρόικα και το ΔΝΤ”, “Να μην πληρώσουμε όσα χρωστάμε”, “Να μη γίνουν απολύσεις στο δημόσιο”, “Να μη μειωθεί το εισόδημά μας”…»
Οι διανοούμενοι, όμως, δεν είναι πιάτο ημέρας. Δε λειτουργούν κατά παραγγελία και δεν τους κάνουν το χατίρι. Κι όσο δεν τους το κάνουν, παραμένουν αόρατοι. Όχι επειδή λουφάζουν αλλά επειδή φοβόμαστε να τους ακούσουμε. Οι άνθρωποι του πνεύματος σήμερα μιλούν για θυσίες που πρέπει να γίνουν από όλους, για παραγωγικότητα και επιχειρηματικές ιδέες που θα ξαναβάλουν την Ελλάδα στο παγκόσμιο παιχνίδι. Μιλούν κυρίως για αλλαγή νοοτροπίας -οικονομικής κοινωνικής και πολιτικής- που θα αλλάξει το πολιτικό σκηνικό απαλλάσσοντάς μας από τους ανίκανους πολιτικούς.
Οι διανοούμενοι μιλούν χωρίς να κραυγάζουν. Δεν εισβάλλουν βίαια στο χώρο κανενός. Μοιράζονται τις ιδέες τους με εκείνους που είναι έτοιμοι για αλήθειες κι όχι με όσους νιώθουν λιγούρα για μουσακά.