Η ορολογία της κρίσης

Εμπορικό έλλειμμα/πλεόνασμα. Οι χώρες που εξάγουν αγαθά και υπηρεσίες με μεγαλύτερη αξία από ότι τα αγαθά και οι υπηρεσίες που εισάγουν, εμφανίζουν εμπορικό πλεόνασμα ενώ, στην αντίθετη περίπτωση, εμφανίζουν εμπορικό έλλειμμα. Η διατήρηση για μεγάλο χρονικό διάστημα ελλειμμάτων ή πλεονασμάτων οδηγεί στις ανισορροπίες της παγκόσμιας οικονομίας.

Ανισορροπίες στην παγκόσμια οικονομία. Όταν ορισμένες χώρες διατηρούν για μεγάλο χρονικό διάστημα υψηλά πλεονάσματα, που όμως δεν είναι διατηρήσιμα, ενώ άλλες εμφανίζουν, επίσης για μεγάλο χρονικό διάστημα, μεγάλα ελλείμματα.

Πλεονασματικές χώρες. Είναι εκείνες που έχουν τεράστια πλεονάσματα όπως η Γερμανία, η Κίνα, η Ιαπωνία και οι σημαντικότερες πετρελαιοπαραγωγοί χώρες. Κερδίζουν περισσότερα από τις εξαγωγές τους απ’ ότι δαπανούν για να εισάγουν. Το πλεόνασμα παίρνει τη μορφή πιστώσεων που διοχετεύονται στη διεθνή αγορά μέσω των χρηματαγορών.

Ελλειμματικές χώρες. Εκείνες με τεράστιο εμπορικό έλλειμμα όπως η Ελλάδα ή οι ΗΠΑ που δεν εξάγουν αρκετά ώστε να καλύψουν το κόστος των εισαγωγών τους και αναπληρώνουν το έλλειμμα με δανεισμό από τις διεθνείς αγορές.

Το παγκόσμιο σύστημα είναι από τη φύση του κλειστό κι έτσι τα πλεονάσματα των μεν αντανακλώνται στα ελλείμματα των δε, καθώς δεν είναι δυνατόν να έχουν όλες οι χώρες περισσότερες εξαγωγές από ότι εισαγωγές.

Οι ελλειμματικές χώρες απορροφούν τα πλεονάσματα με τη μορφή των δανείων που λαμβάνουν από τις πλεονασματικές χώρες για να πληρώσουν για τις εισαγωγές τους, περίπου όπως οι έμποροι αυτοκινήτων παρέχουν στους πελάτες τους το δάνειο που θα επιτρέψει την αγορά του αυτοκινήτου. Ο δε δανεισμός οδηγεί στο χρέος…

Ιδιωτικό χρέος. Είναι το χρέος επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Τα πλεονάσματα των χωρών με μεγάλα πλεονάσματα περνούν στη διεθνή αγορά που με τη σειρά της τα διοχετεύει με τη μορφή δανείων σε εκείνους που τα χρειάζονται. Φυσικοί πελάτες αυτού του δανεισμού είναι οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά που έχουν μεγαλύτερες ανάγκες από ότι δυνατότητες… Αυτό όμως ενέχει κινδύνους.

Μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Τα λεγόμενα “bad loans” δάνεια που ο δανειολήπτης αδυνατεί να ξεπληρώσει εν μέρει ή και ολοκληρωτικά. Όταν όμως η τράπεζα δεν εισπράξει αυτά που έχει δανείσει, δυσκολεύεται με τη σειρά της να πληρώσει τους δικούς της πιστωτές και καταθέτες. Η κρίση προήλθε, ακριβώς, από τα στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια που παρείχαν αφειδώς πολλές τράπεζες που στη συνέχεια βρέθηκαν προ αδιεξόδου όταν λόγω και της σταδιακά εντεινόμενης ανεργίας, εκείνοι που δανείσθηκαν δεν μπορούσαν να καταβάλλουν τις δόσεις τους. Επίσης τα κτίρια, σπίτια και γραφεία, που είχαν κατασκευασθεί επίσης αφειδώς δεν βρήκαν αγοραστές και ενοικιαστές οδηγώντας τους κατασκευαστές και τις τράπεζες που τους είχαν δανείσει, σε αδιέξοδο.

Ενυπόθηκα δάνεια χαμηλής ιδιαίτερα χαμηλής πιστοληπτικής αξιολόγησης ή πιο απλά subprime loans. Αποτέλεσαν την άμεση αιτία της κρίσης καθώς ήταν τα πρώτα που κατέστη αδύνατον να εξυπηρετηθούν. Πρόκειται για ενυπόθηκα δάνεια τα οποία δεν είχαν ελπίδα αποπληρωμής παρά μόνον αν η αξία των ακινήτων παρέμενε σε ανοδική τροχιά, αν ο ρυθμός ανάπτυξης παρέμενε υψηλός και αν τα επιτόκια διατηρούνταν σε χαμηλό επίπεδο. Τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν ακριβώς έτσι…

Πλεόνασμα/έλλειμμα του προϋπολογισμού. Το έλλειμμα ή το πλεόνασμα ενός προϋπολογισμού προκύπτει στο τέλος του έτους από το ισοζύγιο των δαπανών του κράτους με τα (κατά βάσιν φορολογικά) έσοδά του. Η ανάγκη να αποτραπεί η μετατροπή της οικονομικής κρίσης σε πραγματική καταστροφή ώθησε τα περισσότερα κράτη μέλη να παράσχουν τεράστια κονδύλια για τη στήριξη των τραπεζών και των οικονομιών τους. Τούτο σε μία περίοδο στην οποία τα φορολογικά έσοδα πλήττονταν από τη μείωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας λόγω της κρίσης, με τελικό αποτέλεσμα την εκτόξευση των ελλειμμάτων στις περισσότερες χώρες.

Δημόσιο Χρέος. Είναι το ποσό που το κράτος οφείλει στους πιστωτές του και εν πολλοίς προκύπτει από τη συσσώρευση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού. Όταν οι δαπάνες υπερβαίνουν τα έσοδα το κράτος είναι υποχρεωμένο να δανεισθεί εκδίδοντας κρατικά ομόλογα.

Ομόλογα. Το ομόλογο είναι στην πράξη μια υπόσχεση: εκείνος που το εκδίδει υπόσχεται να αποπληρώσει εντόκως το ποσό που του παρέχουν εκείνοι που αγοράζουν το ομόλογο. Τα κρατικά ομόλογα εκδίδονται από το δημόσιο και τα αγοράζουν τράπεζες και άλλοι οργανισμοί όπως τα ασφαλιστικά ταμεία με την προοπτική μελλοντικής και έντοκης εξόφλησής τους…

Επιτόκιο. Το ύψος του επιτοκίου που επιβαρύνει τα ομόλογα είναι εκείνο που κρίνει το μέγεθος της επιβάρυνσης του φορολογούμενου. Όσο μεγαλύτερος θεωρείται ο κίνδυνος να μπορέσει μια χώρα να αποπληρώσει τα δάνεια που έχει ανάγκη τόσο υψηλότερο είναι το επιτόκιο, άρα τόσο μεγαλύτερο είναι το ποσό που είναι υποχρεωμένο το κράτος αυτό να καταβάλλει κάθε χρόνο στους πιστωτές του.

Διαφορά επιτοκίου. Γνωστότερη ως “spread” είναι η διαφορά, εκπεφρασμένη σε μονάδες βάσης (όπου 1% ισοδυναμεί με 100 μονάδες βάσης), μεταξύ του επιτοκίου που επιβάλλεται στα θεωρούμενα ως ασφαλέστερα ομόλογα και στα υπόλοιπα. Στη ζώνη ευρώ το spread προσδιορίζεται με βάση το επιτόκιο των γερμανικών ομολόγων. Για παράδειγμα, αν το γερμανικό επιτόκιο είναι 3,0% και τα ομόλογα μιας άλλης χώρας εμφανίζουν spread 350 μονάδων βάσης, τότε τα ομόλογα αυτής της χώρας επιβαρύνονται με επιτόκιο 6,5%. Σε κάθε περίπτωση η διαφορά ή spread αντανακλά το πόσο “επικίνδυνα” ή μη θεωρούν οι επενδυτές τα ομόλογα κάθε χώρας.

Αναχρηματοδότηση του χρέους. Είναι η αποπληρωμή χρέους με νέο δανεισμό. Όταν πλησιάζει η ωρίμανση (με άλλα λόγια η εκπνοή) των ομολόγων της, μια χώρα μπορεί να εκδώσει νέα για να πληρώσει τους κατόχους τους. Είναι η συνήθης πρακτική παγκοσμίως. Προβληματική και εστία προβλημάτων όταν οι πιστωτές αρνούνται να καλύψουν την έκδοση των νέων ομολόγων κρίνοντας τον κίνδυνο υπερβολικό και αντ’ αυτού απαιτούν την εξόφληση της υφιστάμενης οφειλής.

Credit Default Swap (CDS) ή Συμφωνία ανταλλαγής ασφαλίστρων κινδύνου χρεοκοπίας. Ασφάλιστρο χρεοκοπίας που εκδίδεται για να ασφαλίσει τον πιστωτή έναντι του κινδύνου να μην εισπράξει όλο ή μέρος του ποσού που του οφείλεται. Σε περίπτωση χρεοκοπίας ο κάτοχος CDS αποζημιώνεται και την απώλεια υφίσταται αυτός που το εξέδωσε. Τα CDS εκδίδονται από τράπεζες, επενδυτικά ταμεία και άλλους χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

Naked CDS. Ασφάλιστρο χρεοκοπίας που αγοράζει επενδυτής χωρίς να κατέχει τη λεγόμενη υποκείμενη αξία, πιο απλά το ομόλογο που ασφαλίζει το CDS. Όσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος στάσης πληρωμών τόσο υψηλότερη είναι η αξία του. Η απαγόρευσή τους εξετάζεται σε επίπεδο ΕΕ.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.


The reCAPTCHA verification period has expired. Please reload the page.